Η Ημαθία μέσα από τις «Οδοιπορικές Σημειώσεις» του Νικολάου Θ. Σχινά

Αθανασίου Γ. Βουδούρη – Προέδρου Δ.Σ. Ε.Μ.Ι.Π.Η.

Το δεύτερο μισό του 19ου αιώνα παρουσιάζει ιδιαίτερη σημασία για την ιστορική πορεία της σύγχρονης Ελλάδας, καθώς αποτελεί την απαρχή των προσπαθειών για εδραίωση και εξέλιξη στη συνέχεια των θεσμών και δομών του νεοσύστατου κράτους. Ιδιαίτερα, μάλιστα, κατά το τελευταίο τέταρτο του 19ου αιώνα η ελληνική κυβέρνηση έχοντας ως δεδομένο τις πολιτικές και στρατιωτικές εξελίξεις στο χώρο της Βαλκανικής, καθώς και τη διαφαινόμενη παρακμή της Οθωμανικής αυτοκρατορίας, αρχίζει σταδιακά να προσανατολίζεται, έμπρακτα πλέον, προς την κατεύθυνση της διεύρυνσης των γεωγραφικών της ορίων, θέτοντας παράλληλα ως στόχο την ούτως ή άλλως μεταεπαναστατική απαίτηση του ελληνισμού για απελευθέρωση όσο το δυνατό περισσότερων αλύτρωτων περιοχών.
Θα μπορούσαμε να υποστηρίξουμε ότι κατά τη διάρκεια ολόκληρου του τελευταίου τέταρτου του 19ου αιώνα η ελεύθερη Ελλάδα είχε θέσει ως μια από τις βασικότερες προτεραιότητές της την προετοιμασία της για πόλεμο με την Οθωμανική αυτοκρατορία. Προς την κατεύθυνση αυτή ο ελληνικός στρατός κατέβαλλε προσπάθειες για τη δημιουργία ετοιμοπόλεμων μονάδων, αναπτύσσοντας και στελεχώνοντας με ικανούς αξιωματικούς τα ήδη υπάρχοντα σώματα, αλλά και δημιουργώντας νέα επικουρικά τμήματα. Επίσης, το Υπουργείο των Στρατιωτικών της Ελλάδας προσανατολιζόταν παράλληλα προς την εξεύρεση κατάλληλων και έμπιστων ατόμων, τα οποία θα επισκέπτονταν τις περιοχές, που επεδίωκε να καταλάβει ο ελληνικός στρατός, αναλαμβάνοντας ρόλο κατασκόπων, προκειμένου να καταγράψουν τις συνθήκες, τις δομές και άλλες σχετικές πληροφορίες, ώστε ο ελληνικός στρατός να γνωρίζει τα δεδομένα, που θα αντιμετώπιζε σε ενδεχόμενη προέλασή του σε εχθρικά εδάφη.
Ένας από τους εντεταλμένους «κατασκόπους» του Υπουργείου των Στρατιωτικών κατά την περίοδο αυτή, υπήρξε και ο Νικόλαος Θ. Σχινάς. Ο Σχινάς, στα μέσα της δεκαετίας του 1880, περιοδεύει με εντολή του Υπουργού των Στρατιωτικών σε περιοχές της οροθετικής γραμμής Θεσσαλίας και σε ολόκληρη σχεδόν την επικράτεια της Μακεδονίας, ενώ αργότερα, κατά το 1897, στην επικράτεια της Ηπείρου, καταγράφοντας τις πόλεις, τα χωριά, τους οικισμούς, τους οδοιπορικούς σταθμούς (χάνια), την εθνολογική, οικονομική, γεωφυσική κατάσταση, που συναντούσε κατά τη διάρκεια της περιοδείας του, καθώς και άλλες ενδιαφέρουσες, κατά την κρίση, του πληροφορίες.
Ιδιαίτερη βαρύτητα στις περιγραφές του δίνεται στην καταγραφή στρατιωτικών πληροφοριών (π.χ. στρατιωτικοί σταθμοί, περιοχές με δυνατότητες ασφαλούς ανάπαυσης και τροφοδοσίας, τόποι με ιδιαίτερη στρατηγική σημασία). Αξιοσημείωτο είναι το γεγονός ότι ο Σχινάς έγκαιρα αντιλήφθηκε τη στρατηγική σημασία των στενών του Ξηρολιβάδου, της Καστανιάς και του Σελίου και αυτών στις περιοχές Βλαδόβου και Οστρόβου, η κατάληψη των οποίων θα μπορούσε να διακόψει ουσιαστικά την επικοινωνία Κεντρικής και Δυτικής Μακεδονίας. Επίσης, αναφέρεται στη γεωστρατηγικής σημασίας θέση της λίμνης των Γιαννιτσών, η οποία, σε συνεργασία με κατάλληλους τοπικούς οδηγούς, θα μπορούσε να αποτελέσει σημαντικό οχυρό στην περιοχή. Εξάλλου, δεν θα πρέπει να θεωρηθεί τυχαίο ότι, λίγα χρόνια αργότερα, στις περιοχές αυτές (Βέρμιο – Λίμνη Γιαννιτσών) κρίθηκε κατά βάση η πορεία της ένοπλης φάσης του «Μακεδονικού Αγώνα» στην περιοχή.
Η δυνατότητα αξιοποίησης του τοπικού ανθρώπινου δυναμικού, σε ενδεχόμενη απόπειρα του ελληνικού στρατού για ένοπλη δράση στις υπόδουλες περιοχές, αποτελεί ένα ακόμη από τα ενδιαφέροντα σημεία των καταγραφών του. Χαρακτηριστική, για τα τοπικά δεδομένα της Ημαθίας, είναι η αναφορά του στους «μάχιμους και άλκιμους βλαχοποιμένες» του Σελίου.
Παρά την πολυδιάστατη σπουδαιότητα του έργου του Σχινά, θα πρέπει να παρατηρήσουμε ότι, στο σύνολό του σχεδόν, χαρακτηρίζεται από έλλειψη απολύτως αξιόπιστων πληροφοριών, κυρίως μάλιστα σε ό,τι αφορά αριθμητικά στοιχεία (π.χ. πληθυσμός περιοχών, γεωγραφικές αποστάσεις και λοιπές ποσοτικές πληροφορίες). Η καταγραφή των πληθυσμών των διαφόρων οικισμών γίνεται, συνήθως, κατά προσέγγιση, η μέτρηση γεωγραφικών αποσπάσεων με κριτήριο τη χρονική διάρκεια, που απαιτείται για τη μετάβαση από ένα τόπο σε άλλο κ.λ.π. Κατά την άποψή μας, το γεγονός αυτό οφείλεται, κυρίως, στους παρακάτω λόγους: α) Η αποστολή του δεν αποσκοπούσε στην παροχή λεπτομερειών, αλλά στη συνοπτική και κατά το δυνατό περιεκτικότερη, προς όφελος του στρατού, περιγραφή, β) ως εντεταλμένος περιηγητής – κατάσκοπος του Υπουργείου των Στρατιωτικών της Ελλάδας, προφανώς, δε διέθετε κατά τη διάρκεια της περιοδείας του τον απαιτούμενο εξοπλισμό (όργανα μέτρησης αποστάσεων, στρατιωτικούς χάρτες, κ.λ.π.), προκειμένου να διασφαλίσει μυστική την ιδιότητά του σε ενδεχόμενους ελέγχους των οθωμανικών αρχών.
Οι πληροφορίες που συνέλεξε κατά την περιοδεία του στη γραμμή Θεσσαλίας και στη Μακεδονία εκδόθηκαν στην Αθήνα, σε τέσσερις τόμους, κατά τα έτη 1886 και 1887, από το τυπογραφείο «Messager d’ Athenes», με τίτλο «Οδιπορικαί Σημειώσεις: Μακεδονίας, Ηπείρου, Νέας Οροθετικής Γραμμής και Θεσσαλίας» και δαπάνη του Υπουργείου των Στρατιωτικών, ενώ η περιοδεία του στην Ήπειρο εκδόθηκε στην Αθήνα το 1897 από το τυπογραφείο του Υπουργείου των Στρατιωτικών με τίτλο «Οδοιπορικόν Ηπείρου».
Ο Σχινάς ακολουθώντας τις παρακάτω διαδρομές πέρασε από αρκετές περιοχές της Ημαθίας καταγράφοντας ποικίλες σημαντικές πληροφορίες, οι οποίες θα μπορούσαν να αποτελέσουν αξιόλογο εργαλείο για τους ερευνητές της ιστορίας και του πολιτισμού της περιοχής.

  1. «Αμαξιτός οδός από Ελευθεροχωρίου εις Βέρροιαν». Περιλαμβάνει τις περιοχές Ελευθεροχώρι (αρχαία Μεθώνη), Λιμπάνοβα, Μελίκη, Σάντινα, Κουλούρα, Μέτσι, Διαβατό, Βέροια.
  2. «Ημιονική οδός από Σιατίστης εις Βέρροιαν». Περιλαμβάνει τις περιοχές Σιάτιστα, Λαμνίδες, Φρέαρ Κιοζ – τεπέ.
  3. «Οδός από Κοζάνης εις Βέρροιαν». Περιλαμβάνει τις περιοχές Κοζάνη, Ντορταλή, Χάνι και χωριό Ξηρολίβαδο, Χάνι Βρωμοπήγαδο, Βέροια.
  4. «Ημιονική οδός από Κοζάνης εις Βέρροιαν». Περιλαμβάνει τις ποεριοχές Κοζάνη, Καραγάτς, Τζουμά, Μπατραλέξη Καλύβια, Βρωμόβρυση, Βέροια.
  5. «Χωρία κείμενα μεταξύ των οδών των αγουσών από Κοζάνης προς Βέρροιαν. (Αον Αριστερόθεν της εκ Κοζάνης προς Βέρροιαν οδού)». Περιλαμβάνει τις περιοχές Μπρανλή, Τοπτσιλάρ, Τεκές Μπαχτσή.
  6. «Οδός ημιονική από Καϊλάρ εις Νάουσαν». Περιλαμβάνει τις περιοχές Καϊλάρ, Ενελί, Οροπέδιο Καρατάση, Παλαιοσέλι, Νάουσα.
  7. «Ημιονική οδός από Καϊλάρ εις Βέρροιαν». Περιλαμβάνει τις περιοχές Καϊλάρ, Οροπέδιο Καρατάση, Βρωμόβρυση, Βέροια.
  8. «Ημιονική οδός από Καϊλάρ εις Βέρροιαν (αδιάβατος εν χειμώνι και εν μέρει αμαξιτός)». Περιλαμβάνει τις περιοχές Καϊλάρ, Κόμανι, Φραγκότσι, Οροπέδιο Καρατάση, Βρωμόβρυση, Βέροια.
  9. «Ημιονική οδός από Βερροίας εις Νάουσαν». Περιλαμβάνει τις περιοχές Βέροια, Τουρκοχώρι (με αναφορές και στα χωριά Αρκουδοχώρι, Ζερβοχώρι, Κοπάνοβο), Νάουσα.
  10. «Αμαξιτός οδός από Βερροίας εις Θεσσαλονίκην». Περιλαμβάνει τις περιοχές Βέροια, Μέτσι, Διαβατό, Κουλούρα, Ραψομανίκη, Λουτρό, Καψοχώρι, Γέφυρα Λουδία, Γέφυρα Αξιού (Βαρδάρ), Ποταμός Γαλλικός (Εχέδωρος), Θεσσαλονίκη.
  11. «Ημιονική οδός από Ναούσης εις Βοδενά». 1η διαδρομή (κατά το μάλλον και ήττον ανώμαλος και δύσβατος). Περιλαμβάνει τις περιοχές Νάουσα, Τσαρμορίνοβο, Μπάϊνα, Βοδενά. 2η διαδρομή (δια της πεδιάδος μάλλον εκτενής). Περιλαμβάνει τις περιοχές Νάουσα, Τσαρμορίνοβο, Νοβοσέλο, Ρίζοβο, Βαρτοκώπη, Χάνι Μποζαντζή Μπουνάρ, Βοδενά. 3η διαδρομή (δύσβατος). Περιλαμβάνει τις περιοχές Νάουσα, Μονή Προδρόμου, Μετερίζι Ντελή – Δήμου, Βοδενά. 4η διαδρομή (λίαν δύσβατος). Περιλαμβάνει τις περιοχές Νάουσα, Όσλιανη, Πόδος, Βοδενά.
  12. «Ημιονική οδός από Ναούσης εις Γεννιτσά». 1η διαδρομή (δύσβατος εν πολυομβρίαις και αποφευγομένη). Περιλαμβάνει τις περιοχές Νάουσα, Κάτω Κοπανός, Βέστισσα, Γέφυρα Φουντούκι, Κάτω Βλάσι, Βρέσι, Πλούγαρ, Βραστοί, Καρυώτισσα, Γέφυρα Μπαλίτζας, Γεννιτσά. 2η διαδρομή (ακολουθουμένη εν πολυομβρίες). Περιλαμβάνει τις περιοχές Νάουσα, Χάνι Μποζαντζί Μπουνάρ, Γέφυρα Κολουδέϊ (Λουδία), Χάνι Καράμζενο, Γέφυρα Μπαλίτζας, Γεννιτσά.
  13. «Αμαξιτός οδός από του χωρίου Μηλοβού εις Θεσσαλονίκην». Περιλαμβάνει τις περιοχές Μηλοβόν, Κλειδί, Αξιός, Κουλακιά, Λάπρα, Γαλλικός, Θεσσαλονίκη.
  14. (Ου)ρουμλούκι (ή Γραικοχώρια). Περιλαμβάνει τις περιοχές Κάλιανη (Κάϊλον), Κλειδί, Τσινάρ – Φουρνού, Τρίκκαλα, Μικρόν Αλάμπορ, Μεγάλον Αλάμπορ, Βουλγάρικο Αλάμπορ ή Αλαμπορούδι, Καλύβια Μυλοβού, Παλιόχωρα, Τσαταλοχώρι, Κορ(υ)φή, Φούρς, Καρυά, Αϊδονοχώρι, Λιανοβέργι, Πλατύ, Παλιοχώρι, Γιδάς, Καψοχώρι, Νεοχώρι, Σχινάς, Καταφύγι, Νησί, Ρέσινα, Σκυλίτσι, Τραχοβίστα, Καβάσλα (Σουφουλιό ήτοι τόπος καταφυγίου), Σταυρός, Επισκοπή, Ξεχασμένη, Λουτρός, Ραψομανίκα, Χουλεβά, Ποζιαρίται, Κουλούρα, Διαβατό, Μέτσι. Χωρία κείμενα μεσημβρινοδυτικώς του ποταμού Αλιάκμονος (Βίστριτσα): Γκριζάλι, Νησέλι, Νησελούδα.
  15. «Αμαξιτός από Θεσσαλονίκης εις Βέρροιαν».
  16. «Αμαξιτός από Θεσσαλονίκης εις Γενιτσά, οπόθεν ημιονική εις Νάουσαν».

Οι πληροφορίες του Σχινά για την Ημαθία αφορούν, κυρίως, τις εξής θεματικές κατηγορίες: γεωφυσική κατάσταση της περιοχής, πληθυσμιακή και εθνολογική κατάσταση, οικονομική και εμπορική κίνηση, διοικητικές και πολεοδομικές πληροφορίες, πληροφορίες για περιοχές με δυνατότητα φιλοξενίας, τροφοδοσίας και ανεφοδιασμού.
Εκτός από τις καθαρά στρατιωτικού ενδιαφέροντος πληροφορίες, ο Σχινάς, σε ορισμένες περιπτώσεις, συνέλεξε και ορισμένες πληροφορίες για ιστορικά θέματα των περιοχών της περιοδείας του. Ενδεικτικό είναι το παράδειγμα της παράθεσης του «χρονικού» της επανάστασης του 1822 στην περιοχή και την καταστροφή της Νάουσας και των οικισμών της επαρχίας, απόσπασμα του οποίου παραθέτουμε αυτούσιο στη συνέχεια, λόγω του ιδιαίτερου ενδιαφέροντος που παρουσιάζει. «(…) Μολονότι εν τη Ναούση εδολοφονήθη περί τα μέσα του 1820 τη συνεργεία του προύχοντος Ζαφειράκη ο διαβαίνων υπασπιστής του Αλ. Υψηλάντου και απόστολος της Φιλικής εταιρείας Δημήτριος Ύπατρος, μολαταύτα η πόλις αύτη υπό την αρχηγίαν του ανωτέρω Ζαφειράκη, του Καρατάσσου και του Αγγελή Γάτσου επανέστησε τον Μάρτιον του 1822 και αποκρούσασα εφόδους του Κεχαγιά – βέη, υπέστη υπό του αγρίου Αβδούλ – Αμπούδ στενήν πολιορκίαν από της 21 Μαρτίου καθ’ ην απέκρουσεν οκτώ αλλεπαλλήλους εφόδους. Αλλά την 6 Απριλίου διά της πύλης Αγίου Γεωργίου εισήλθον οι Οθωμανοί πυρί και σιδήρω τα πάντα παραδιδόντες, και των κατοίκων άλλους μεν έσφαζον, άλλους δε δεσμίους μετά των γυναικών και των παίδων ήθροιζον, τινές δε των γυναικών προτιμώσαι της ατιμίας τον θάνατον ερρίφθησαν μετά των τέκνων αυτών από του καταρράκτου του ποταμού Αραπίτσας Μαυρονέρι. Την θηριωδίαν όμως των Τούρκων συνεπλήρωσαν οι παρακολουθήσαντες 600 τον αιμοχαρή (καίτοι εκ χριστιανών της Γεωργίας καταγόμενον) Αβδούλ – Αμπούδ δείλαιοι Ιουδαίοι, οίτινες τους συρομένους δεσμίους αιχμαλώτους πλήττοντες διά ροπάλων κατά πρόσωπον ενεπήγνυον το φάσγανον εις τον λαιμόν ή το στήθος, τας δε ατυχείς μητέρας κρεμώντες από δένδρων έκαιον υπ’ αυτάς τα τέκνα των διά φλογών των οποίων και αύται τον θάνατον εύρισκον. Εις επίμετρον δε πάντων τούτων επήρχοντο και αι υπό των θηρίων της Ασίας διαπραττόμεναι βεβηλώσεις, ατιμώσεις και τα παρόμοια.»
Η αξιοποίηση του έργου του Νικολάου Σχινά από την ελληνική στρατιωτική διοίκηση είναι ένα θέμα, που χρειάζεται λεπτομερή εξέταση, προκειμένου να διερευνηθούν οι διάφορες παράμετροι της χρησιμότητας και λειτουργικότητάς του σε στρατιωτικό επίπεδο. Ο άτυχος πόλεμος του 1897, δυστυχώς, δεν έδωσε τη δυνατότητα αξιοποίησής του από τον ελληνικό στρατό. Εντούτοις, είναι σχεδόν βέβαιο ότι οι πληροφορίες του έπαιξαν κάποιο ρόλο στη μετέπειτα δράση ένοπλων ελληνικών σωμάτων σε περιοχές, κυρίως της Μακεδονίας, κατά την περίοδο της ένοπλης φάσης του Μακεδονικού Αγώνα, αλλά και κατά τη νικηφόρα, πλέον, διέλευση του ελληνικού στρατού από αυτές με τους Βαλκανικούς πολέμους του 1912 – 1913.


 

Μοιράσου το άρθρο:

Social Circle

X