Όργανα Διοίκησης της Ελληνικής Ορθόδοξης Κοινότητας Βέροιας κατά την ύστερη Οθωμανοκρατία

Εμμανουήλ Γ. Ξυνάδας

Τις πρώτες πληροφορίες για την διοίκηση της Ορθόδοξης Κοινότητας της Βέροιας στα χρόνια της Οθωμανοκρατίας αντλούμε από επιγραφές, ενθυμήσεις, επιστολές, καθώς επίσης και από πλήθος διοικητικών εγγράφων της εποχής. Από αυτές παλαιότερη είναι η μαρτυρία, που μας δίνει ο Ιωάννης Χορτασμένος σε επιστολή του προς τον πρωτονοτάριο της Μητροπόλεως Ιωάννη Ταρρωνά, όπου διεκτραγωδεί την κατάσταση των κατοίκων της Βέροιας μετά την Τουρκική κατοχή επισημαίνοντας τρία σημεία, ένα εκ των οποίων ήταν και ο παραγκωνισμός της τάξης των δυνατών της πόλης. Σύμφωνα με αυτήν την μαρτυρία μπορούμε να υποθέσουμε ότι μετά την κατάληψη της πόλης και για ένα χρονικό διάστημα, άγνωστο πόσο, στη διοίκηση της πόλης και της κοινότητας δεν είχε λόγο ο Ελληνικός πληθυσμός. Με την πάροδο των χρόνων και συγκεκριμένα από τις αρχές του 16ου αιώνα επανεμφανίζεται ο ρόλος των τοπικών αρχόντων. Παλαιότερη μαρτυρία, που αναφέρεται σε τοπικό άρχοντα είναι η κτητορική επιγραφή του 1518/9, που βρίσκεται στο υπέρθυρο της κεντρικής θύρας του ναού του Αγίου Γεωργίου του άρχοντος Γραμματικού. Στην επιγραφή αναφέρεται ότι ο ναός τοιχογραφήθηκε με την συνδρομή «του ευγενεστάτου άρχοντος Δημητρίου του Γραμματικού» . Επόμενη μαρτυρία είναι αυτή, που προέρχεται από το ναό του Αγίου Νικολάου «του Άρχοντος Καλοκρατά» . Στην επιγραφή αναφέρεται ότι ο ναός κτίστηκε με έξοδα «…του εντιμοτάτου Άρχου Κυρού Κομνηνού Καλοκρατά την 5η Οκτωβρίου 1566» . Πίσω από τη λέξη “άρχοντος” των επιγραφών, πιθανότατα κρύβεται κάποιο κοσμικό αξίωμα του συγκεκριμένου . Από άλλες αναφορές πληροφορούμαστε για την ύπαρξη αξιωμάτων, όπως του «πρωτόγερου», του «πρωεστού», των «Αντιπροσώπων», των «Δημογερόντων», των «προκρίτων», «των εφόρων των Σχολών», του «Μουδίρη» κ.α.
Κατά την περίοδο 1777 – 1842 η κοινότητα Βεροίας διοικούνταν «υπό εντιμοτάτων κληρικών και χρησίμων αρχόντων», με ό,τι μπορεί να συνεπάγεται ο τίτλος χρησίμων αρχόντων , ενώ σε διάφορα έγγραφα εμφανίζεται και το αξίωμα του Δημογέροντος .
Η ύπαρξη της Δημογεροντίας ως σώματος μαρτυρείται ήδη από την έκτη δεκαετία του 19ου αιώνα, ενώ από το 1863 ο Μητροπολίτης Βεροίας Σωφρόνιος θέτει τις νέες βάσεις για τη λειτουργία της Δημογεροντίας, αποδεικνύοντας έτσι το ενδιαφέρον του για τα κοινοτικά ζητήματα της Κοινότητας Βεροίας. Στις 15 Δεκεμβρίου του ίδιου έτους ο Σωφρόνιος συγκαλεί Γενική Συνέλευση των πολιτών της Βέροιας, προκειμένου να εκλέξει τους πρώτους Δημογέροντες. Περίπου δύο χρόνια αργότερα, στις 28/9/1865, ο ίδιος σε Γενική Συνέλευση των πολιτών της Βέροιας προτείνει νέο σύστημα εκλογής Δημογεροντίας και αυξάνει τον αριθμό τους από πέντε σε οκτώ .
Μέχρι στιγμής διαπιστώνουμε την ύπαρξη δύο συλλογικών οργάνων στην Κοινότητα Βεροίας. Αυτά είναι η Γενική Συνέλευση των πολιτών και το σώμα της Δημογεροντίας. Με αυτά τα όργανα συνέχισε να διοικείται η Κοινότητα μέχρι το 1892.
Το έτος 1892 είναι το έτος κατά το οποίο ο νέος Μητροπολίτης Βεροίας, Κοσμάς Ευμορφόπουλος, εφαρμόζει νέο Κανονισμό, σύμφωνα με τον οποίο θα διοικείται η Κοινότητα Βεροίας. Με την εφαρμογή του νέου Κανονισμού ο νέος Μητροπολίτης επεδίωκε την παύση της κακοδιαχείρισης στα κοινοτικά ζητήματα από τη μια και την εξασφάλιση της Ορθόδοξης Κοινότητας από την άλλη, η οποία κινδύνευε από αρκετούς παράγοντες, ένας εκ των οποίων, ο σημαντικότερος κατά το Μητροπολίτη, η εξάπλωση της Ρουμανικής προπαγάνδας στην Επαρχία Βεροίας.
Μια από τις καινοτομίες του Κανονισμού είναι και η θέσπιση Διοικητικών Οργάνων, δια των οποίων θα διοικείται, πλέον, η Ορθόδοξη Κοινότητα Βεροίας. Έτσι, λοιπόν, από το Νέο Κανονισμό προκύπτουν τέσσερα όργανα διοίκησης της κοινότητας. Αυτά είναι: Η Αντιπροσωπεία των Πολιτών, η Κεντρική Εκκλησιαστική Επιτροπή, η Εφορία των Σχολών και η Επιτροπή επί των Μονών. Η ύπαρξη των οργάνων κατοχυρώνονταν από τον Κανονισμό, ο οποίος και ανέφερε τις αρμοδιότητες και τις υποχρεώσεις καθενός οργάνου. Η λειτουργία του καθενός ήταν ανεξάρτητη, ενώ η θητεία τους ήταν ετήσια, πλην της Κεντρικής Εκκλησιαστικής Επιτροπής και της Επιτροπής των Μονών, που ήταν διετής. Παρακάτω θα παραθέσουμε συνοπτικά το ρόλο του κάθε οργάνου ξεχωριστά.

Η Αντιπροσωπεία των Πολιτών: Η Αντιπροσωπεία ήταν το υψηλότερο και σημαντικότερο όργανο διοίκησης της Κοινότητας. Όλες οι αρμοδιότητες και υποχρεώσεις της Αντιπροσωπείας περιγράφονται στα άρθρα 5-15 του κανονισμού. Πιο συγκεκριμένα η Αντιπροσωπεία αποτελούνταν από είκοσι – τέσσερα μέλη, τα οποία εκλέγονταν απ’ ευθείας από τους πολίτες, σύμφωνα με τα όσα ορίζονταν στα άρθρα 5-10 του κανονισμού. Πρόεδρος της Αντιπροσωπείας ήταν ο Μητροπολίτης ή ο επίτροπός του, όταν αυτός έλειπε (άρθρο 11). Η Αντιπροσωπεία συνεδριάζει έχοντας την απαραίτητη απαρτία, η οποία σύμφωνα με το 12ο άρθρο του Κανονισμού ορίζεται στους μισούς και έναν αντιπροσώπους για την πρώτη πρόσκληση, ενώ στους οκτώ αντιπροσώπους για τη δεύτερη πρόσκληση. Επίσης, η Αντιπροσωπεία εκλέγει τα υπόλοιπα διοικητικά όργανα της Κοινότητας, δηλαδή την Κεντρική Εκκλησιαστική Επιτροπή, την Εφορία των Σχολών και την Επιτροπή των Μονών.
Η Κεντρική Εκκλησιαστική Επιτροπή: Η Κεντρική Εκκλησιαστική Επιτροπή (Κ.Ε.Ε.) ήταν το πενταμελές όργανο, το οποίο ήταν υπεύθυνο για την εύρυθμη λειτουργία και διοίκηση των Ενοριών της πόλης. Αυτό σημαίνει ότι δεν είχε μόνο στην αρμοδιότητά της τον έλεγχο των λειτουργικών αναγκών των εκκλησιών της πόλης, αλλά πολύ παραπάνω τον οικονομικό και τη σωστή διαχείριση των εσόδων από την ενοικίαση και εκμετάλλευση των κτημάτων των ενοριών. Υπ’ αυτήν την έννοια ήταν ίσως το σημαντικότερο όργανο, καθώς ο αντίκτυπος από τη σωστή διαχείριση της Κ.Ε.Ε. φαινόταν στη διαχείριση των κοινοτικών πραγμάτων. Η λειτουργία της και ο ρόλος της προβλέπονταν στο 16ο άρθρο του Κανονισμού, ενώ στα άρθρα 17-25 προβλέπονται αναλυτικά ο τρόπος δράσης και οι υποχρεώσεις της. Ορισμένα στοιχεία, που αξίζει να μνημονευθούν είναι το ότι η Κ.Ε.Ε. δεν μπορούσε να ενεργήσει χωρίς τη σύμφωνη γνώμη της Αντιπροσωπείας, όπως, άλλωστε, συνέβαινε και με τα υπόλοιπα σωματεία. Αυτό θα μπορούσε να χαρακτηριστεί ως δικλείδα ασφαλείας, ειδικά σε οικονομικά ζητήματα, στα οποία είχαν εντοπιστεί ατασθαλίες, ούτως ώστε να περιορίζεται κάθε περιττή δαπάνη και να διαχειρίζεται σωστότερα το κοινοτικό χρήμα. Μάλιστα, προβλεπόταν ανώτατο ποσό των 1000 γροσίων, το οποίο είχε δικαίωμα να δαπανήσει η Κ.Ε.Ε. και μόνο σε περίπτωση εξαιρετικής ανάγκης. Στα άρθρα 19-20 περιλαμβάνονται οι υποχρεώσεις του γραμματέα και του ταμία της Κ.Ε.Ε., ενώ στο 21ο άρθρο γίνεται λόγος για την έδρα της Κ.Ε.Ε., η οποία ήταν σε ένα δωμάτιο από τα οικήματα του Αγ. Αντωνίου. Σημαντική ρύθμιση προβλέπει το άρθρο 22 του Κανονισμού, το οποίο αναφέρεται στην ύπαρξη τριών υποεπιτροπών, οι οποίες διορίζονται από την Κ.Ε.Ε. και υπηρετούν – διοικούν τις υπόλοιπες ενορίες. Στις υποχρεώσεις της περιλαμβανόταν και η μίσθωση ψαλτών, νεωκόρων (κανδηλαναπτών) και διακόνων για τις εκκλησίες της Βέροιας. Τέλος, σύμφωνα με το άρθρο 25, η Κ.Ε.Ε. διαθέτει σφραγίδα, η οποία φέρει την επιγραφή «Κεντρική Εκκλησιαστική Επιτροπή της πόλεως Βεροίας».
Η Εφορία των Σχολών: Η Εφορία των Σχολών (Ε.τ.Σ.) ήταν το τριμελές όργανο, το οποίο εκλεγόταν από την Αντιπροσωπεία και ευθυνόταν για την εύρυθμη λειτουργία των Σχολών. Πρόεδρος της Επιτροπής, σύμφωνα με κατοπινή υπόδειξη του Οικουμενικού Πατριαρχείου, ήταν ο Μητροπολίτης και υπό την προεδρεία του συνεδρίαζε η Εφορία τακτικά μια φορά την εβδομάδα και εκτάκτως, όποτε προσκαλούνταν από τον Πρόεδρο. Επίσης η Ε.τ.Σ. μετά την έγκριση του προϋπολογισμού της προβαίνει στην επιλογή του διδακτικού προσωπικού, το οποίο οφείλει, σύμφωνα και πάλι με υπόδειξη του Οικουμενικού Πατριαρχείου, να διαθέτει την έγκριση της Μητροπόλεως και να είναι εφοδιασμένο με τα απαραίτητα ενδεικτικά της. Στις υποχρεώσεις της Ε.τ.Σ. συμπεριλαμβανόταν εβδομαδιαία επίσκεψη στα εκπαιδευτήρια και η συζήτηση με τους δασκάλους για τυχόν προβλήματα, τα οποία λύνονταν σε συνεργασία. Οικονομικά η Ε.τ.Σ στηριζόταν από την Κ.Ε.Ε., από τα εισοδήματα των Σχολικών κτημάτων Ράχοβας και Κότσικας και από τα μέχρι τότε δικαιώματα των προικών, των οποίων η εξασφάλιση ανατίθεται στην Ιερά Μητρόπολη.
Η Επιτροπή των Μονών. Η ύπαρξη της Επιτροπής των Μονών (Ε.τ.Μ.) προβλέπεται από το άρθρο 38 του Κανονισμού. Η Ε.τ.Μ. ήταν ένα πενταμελές όργανο, που εκλεγόταν από την Αντιπροσωπεία και που ευθυνόταν για τη σωστή λειτουργία των Μονών και τη σωστή διαχείριση της περιουσίας τους. Έτσι, λοιπόν, βάσει του άρθρου του Κανονισμού, η Ε.τ.Μ. όφειλε να διατηρεί έναν ιερέα σε κάθε Μοναστήρι, να αποδίδει το ποσό, που θα ορίσει η Αντιπροσωπεία στην Ε.τ.Σ. και να παραδίδει στο τέλος κάθε έτους ακριβή λογαριασμό στην Αντιπροσωπεία για κάθε θέμα, το οποίο αφορά τη διασφάλιση και διαχείριση των κτημάτων και των περιουσιών των Μονών.
Στον Κανονισμό του 1892 δε γίνεται αναφορά στο σώμα της Δημογεροντίας. Ο Μητροπολίτης έδωσε επαρκείς εξηγήσεις τόσο στην Αντιπροσωπεία, όσο και στο Πατριαρχείο, οι οποίοι του είχαν ζητήσει να τους εξηγήσει το λόγο, που παραλείπεται το συγκεκριμένο Κεφάλαιο από τον Κανονισμό. Συγκεκριμένα ανέφερε ο Μητροπολίτης: «Η Δημογεροντία είναι όργανο ολόκληρης της επαρχίας Βεροίας και όχι μόνο της πόλεως Βεροίας. Συνεπώς, αν δεν δηλώσει επισήμως η επαρχία Βεροίας ότι αποδέχεται ως αντιπροσωπεία της την Δημογεροντία της πόλεως Βεροίας δεν μπορεί να γίνει λόγος στον κανονισμό». Η συγκεκριμένη αιτιολόγηση έγινε αποδεκτή τόσο από την Αντιπροσωπεία, όσο και από τον Οικουμενικό Πατριάρχη και την Ιερά Σύνοδο.
Τα παραπάνω όργανα λειτούργησαν για αρκετά χρόνια. Το 1903 ο Μητροπολίτης Βεροίας Κωνστάντιος εισήγαγε νέο Κανονισμό, σύμφωνα με τον οποίο καταργούνταν η Κεντρική Εκκλησιαστική Επιτροπή και η Επιτροπή των Μονών. Έτσι, τα σωματεία – διοικητικά όργανα της Κοινότητας, σύμφωνα με το 4ο άρθρο του Κανονισμού, ήταν τρία: Η Δημογεροντία της Μητροπόλεως, η Εικοσαμελής Διευθύνουσα Επιτροπή (η οποία αντικατέστησε την Αντιπροσωπεία) και η Εφορία των Εκπαιδευτηρίων.
Η Δημογεροντία: Η λειτουργία και ο ρόλος της Δημογεροντίας προβλέπονται από το Ζ΄ Κεφάλαιο του Κανονισμού και τα άρθρα 42-48 . Σύμφωνα με αυτά η Δημογεροντία αποτελείται από έξι μέλη, που έχουν ηλικία άνω των 30 ετών και εκλέγονται σύμφωνα με τις διατάξεις των Εθνικών Κανονισμών και του Οικουμενικού Πατριαρχείου, ένας από κάθε τμήμα της πόλεως . Η Δημογεροντία είναι η ανώτατη διοικητική αρχή της Κοινότητας και σε αυτήν υπάγονται όλες οι Επιτροπές και Υποεπιτροπές, η Διευθύνουσα Επιτροπή και η Εφορία των Εκπαιδευτηρίων. Συνεδριάζει τακτικά κάθε δεκαπέντε ημέρες και εκτάκτως, όποτε χρειαστεί. Επίσης, έχει τη δυνατότητα να ελέγχει, όποτε θελήσει, τα βιβλία των Σωματείων, ακόμα και να αποφασίσει την παύση ενός μέλους από κάποιο όργανο, όταν συντρέχουν ισχυροί και σημαντικοί λόγοι.

Η Διευθύνουσα Επιτροπή: Η Διευθύνουσα Επιτροπή (Δ.Ε.) ήταν εικοσαμελής και εκλεγόταν ως εξής: Σε πρώτη φάση ένα μέλος από κάθε τμήμα, ενώ σε δεύτερη φάση τρία μέλη από το καθένα, πλην του Αγίου Αντωνίου, ο οποίος δεν εξέλεγε κανένα και της Κυριωτίσσης, η οποία εξέλεγε δύο. Τα έξι μέλη, που εκλέγονταν αρχικά, αποτελούσαν την Επιτροπή του Αγίου Αντωνίου, ενώ τα τρία και τα δύο μέλη από κάθε τμήμα και της Κυριώτισσας, αντίστοιχα, τα οποία εκλέγονταν σε δεύτερη φάση αποτελούσαν τις Επιτροπές κάθε τμήματος . Από κοινού οι επιτροπές αποτελούσαν τη Διευθύνουσα Επιτροπή της Κοινότητας. Η Δ.Ε. ευθυνόταν για τη σωστή λειτουργία και διαχείριση των έξι τμημάτων και των Κοινοτικών ζητημάτων. Επίσης η Δ.Ε. είχε μια σειρά από άλλες υποχρεώσεις, οι οποίες συνοψίζονται σε έξι σημεία: α) Η Δ.Ε. εκλέγει το γενικό ταμία του Αγ. Αντωνίου μεταξύ των μελών αυτής δια μυστικής ψηφοφορίας, σε κοινή συνεδρίαση με τη Δημογεροντία και το γραμματέα του Αγ. Αντωνίου και ορίζει το μισθό του. β) Διαχειρίζεται τους προϋπολογισμούς των έξι τμημάτων και παρουσιάζει έναν γενικό προϋπολογισμό ενώπιον της Δημογεροντίας και του Μητροπολίτου. γ) Οφείλει κάθε δίμηνο να καταχωρεί στο βιβλίο του Κοινού Ταμείου του Αγ. Αντωνίου τα πορίσματα των διμήνων λογαριασμών των επιτροπών των τμημάτων, να τους ελέγχει και να παραλαμβάνει τα περισσεύματα και να τα καταθέτει στο κοινό ταμείο του Αγ. Αντωνίου. δ) Επίσης να συνέρχεται και να συνεδριάζει και να συναποφασίζει περί των σπουδαιότερων ζητημάτων, που αφορούν στην προαγωγή και βελτίωση των έξι τμημάτων και της Κοινότητας. ε) Μια από τις σπουδαιότερες υποχρεώσεις της Δ.Ε. είναι η εξασφάλιση των αναγκαίων πόρων για τα σχολεία της κοινότητας αφιερώνοντας σ’ αυτά κτήματα στην αγορά και στις εκκλησίες και μέχρι να γίνει αυτό υποχρεούνται οι επίτροποι των υπολοίπων πέντε τμημάτων να χορηγούν στο Κοινό Ταμείο το 40% των γροσίων των ετησίων εσόδων τους. στ)Παρουσιάζει γενικό απολογισμό της όλης διαχείρισης ενώπιον του Μητροπολίτη προς έγκριση. Τέλος αναφέρεται ότι η θητεία της Δ.Ε. ήταν διετής. Όμως στο τέλος κάθε χρόνου ανανεωνόταν κατά το ήμισυ, δηλαδή αποχωρούσαν δέκα μέλη ως εξής: Κατά τη λήξη του πρώτου έτους θα απομακρύνονταν δέκα δια κλήρου, ενώ μετέπειτα οι δέκα, οι οποίοι συμπλήρωναν διετία.
Η Εφορία των Εκπαιδευτηρίων: Η Εφορία των Εκπαιδευτηρίων (Ε.τ.Ε.) αντικατέστησε την Εφορία των Σχολών, την οποία προέβλεπε ο Κανονισμός του 1892. Η Λειτουργία της προβλέπεται από το Στ΄ Κεφάλαιο του Κανονισμού και τα άρθρα 33-41. Αποτελείται από τέσσερα μέλη και εκλέγεται από το Μητροπολίτη, τη Δημογεροντία και τη Δ.Ε.. Η Εφορία συντάσσει προϋπολογισμό, τον οποίο καταθέτει στη Δημογεροντία προς έγκριση. Επίσης, είναι υπεύθυνη για την επιλογή του προσωπικού, οι οποίοι πρέπει να έχουν συγκεκριμένα προσόντα ήθους και επιστήμης. Μέλος της Ε.τ.Ε. επισκέπτεται κάθε εβδομάδα τα Εκπαιδευτήρια και επιβλέπει το έργο των δασκάλων και επιλαμβάνεται τυχόν προβλημάτων, τα οποία προκύπτουν. Πόροι των σχολών είναι α) η χορηγία του Αγ. Αντωνίου, β) 40% των ετήσιων εσόδων των ενοριακών κτημάτων, γ) οι τόκοι των κληροδοτημάτων, που είναι κατατεθειμένα στο ταμείο του Αγ. Αντωνίου, δ) το κληροδότημα Ρακτιβάν και ε) το προϊόν των εισιτηρίων, ελέγχων και ενδεικτικών, των δίσκων των εκκλησιών, της περιφοράς των δίσκων των Θεοφανείων, των προικοτιμήσεων, των συλλείτουργων και η χορηγία της Μονής Προδρόμου.
Με τον Κανονισμό του 1912, επί Μητροπολίτη Καλλίνικου Δελλικάνη, προστίθενται στα Σώματα Διοίκησης της Κοινότητας η Επιτροπεία των Μονών και οι Επιτροπείες των Εκκλησιών, οι οποίες, αν και υπήρχαν στον Κανονισμό του 1903, πλέον αποκτούν και επίσημα θεσμικό και διοικητικό ρόλο βάσει των άρθρων 7 και 39-55 του Κανονισμού. Επίσης, με τον Κανονισμό του 1912 γίνεται σαφές ότι το Σώμα της Δημογεροντίας ενεργεί ως Δικαστική Αρχή της Ορθόδοξης Κοινότητας Βεροίας. Βάσει των άρθρων 17-31 του Κανονισμού, τα οποία αναφέρονται στη λειτουργία του Σώματος της Δημογεροντίας, μεταξύ των άλλων, συνάγονται και τα εξής σχετικά με τις Δικαστικές αρμοδιότητες της Δημογεροντίας: Η Δημογεροντία είναι η Ανώτατη Διοικητική και Δικαστική Αρχή της κοινότητας, (Άρθρο 18), η Δημογεροντία ως μικτόν Εκκλησιαστικό Δικαστήριο δικάζει όλες τις υποθέσεις, που υπάγονται στην αρμοδιότητά της, δηλαδή όλες τις υλικές περί διαχειρίσεως εσόδων και εξόδων και λογοδοσίας Ιερών Ναών, Ευκτηρίων Οίκων, Προσκυνημάτων, Αγιασμάτων και Μονών, τις διαφορές που απορρέουν από γάμους και αρραβώνες, δηλαδή περί αποζημιώσεων, περί προικός κ.α., περί διατροφής μετά τη λύση του γάμου, όλες τις υποθέσεις, που απορρέουν από διαθήκες και υιοθεσίες. Επίσης η Δημογεροντία δικάζει υποθέσεις, όταν ο εναγόμενος είναι κληρικός, μοναχός ή ηθικό πρόσωπο, επιτροπή ναού ή φιλανθρωπικού καταστήματος. Δικάζει σύμφωνα με τους Εθνικούς κανονισμούς των Πατριαρχείων και τη Βεζυρική εγκύκλιο της 28 Δζεματζή – Ούλ Αχήρ 1308 (22 Ιανουαρίου 1891) και την Πατριαρχική Εγκύκλιο της 31 Ιανουαρίου 1811 και συνάμα την εν ισχύει Δικονομία των Πατριαρχείων, τις εκκλησιαστικές διατάξεις, αλλά και τα κατά τόπους έθιμα (Άρθρο 19). Τέλος για τα ήδη υφιστάμενα σωματεία δεν παρατηρούνται ιδιαίτερες αλλαγές στη λειτουργία τους από τον Κανονισμό. Παρακάτω παραθέτουμε τον τρόπο λειτουργίας των δύο νέων σωμάτων, που θεσπίζονται από αυτόν.
Η Επιτροπεία των Μονών: Η λειτουργία της Επιτροπείας των Μονών (Ε.τ.Μ.) προβλέπεται από τα άρθρα 76-82 του Κανονισμού. Είναι τριμελής με Πρόεδρο το Μητροπολίτη, Ταμία, τον ταμία του Αγ. Αντωνίου και γραμματέα, το γραμματέα της Δημογεροντίας. Έργο της είναι η φροντίδα των Μονών, δηλαδή των ναών και των κτημάτων τους, καθώς και η αύξηση των πόρων τους. Τέλος, η επιτροπή φροντίζει και για τα απαραίτητα προς την απρόσκοπτη λειτουργία τους.
Επιτροπείες Ιερών Ναών: Η λειτουργία τους και οι αρμοδιότητές τους προβλέπονται από τα άρθρα 39-49 και 50-55, ειδικά για την επιτροπεία του Αγίου Αντωνίου. Έργο τους είναι η διοίκηση των Ιερών Ναών. Επίσης, ορίζονται τα καθήκοντα των επιτροπειών ως εξής: Ευθύνονται για τα οικονομικά, ενοικιάζουν τα κτήματα των εκκλησιών, ευθύνονται για τον ευπρεπισμό των ναών, κανονίζουν από κοινού με τους ιερείς τις ώρες των ακολουθιών, διορίζουν – παύουν και κανονίζουν τις μισθοδοσίες των λαϊκών υπαλλήλων του ναού. Τέλος, παρέχουν οποιαδήποτε πληροφορία στη Δημογεροντία και καταθέτουν τα προβλεπόμενα έγγραφα διαχείρισης. Όσον αφορά στη διαχείριση των οικονομικών, προβλέπεται ότι οι Επιτροπείες δε μπορούν να διαχειριστούν αυτοβούλως τα περισσεύματα του προϋπολογισμού και οφείλουν να καταβάλλουν ανελλιπώς και εγκαίρως τα ορισμένα επιδόματα στις σχολές. Ειδικά για την Επιτροπεία του Αγίου Αντωνίου προβλέπεται ότι, εκτός των κτημάτων του ναού, διαχειρίζεται τα κτήματα των σχολών, που βρίσκονται εκτός πόλης. Επίσης, για την Επιτροπεία του Αγ. Αντωνίου προβλέπεται η μίσθωση γραμματέα, ο οποίος κρατάει όλα τα βιβλία διαχείρισης του τμήματος και συντάσσει τα πρακτικά της Επιτροπείας. Τέλος, η συγκεκριμένη επιτροπεία είναι η μόνη, που έχει το δικαίωμα να συνάπτει δάνεια.
Συνοψίζοντας τα παραπάνω παρατηρούμε ότι η Κοινότητα Βεροίας μέχρι το 1892 διοικούνταν από το σώμα της Δημογεροντίας και την Αντιπροσωπεία των πολιτών, τα οποία προϋπήρχαν. Από το 1892 διοικείται με βάση τους ψηφισμένους Κανονισμούς της Ορθόδοξης Κοινότητας Βεροίας, καθένας από τους οποίους προέβλεπε όργανα διοικήσεως.
Στο διοικητικό σύστημα της Κοινότητας εξέχοντα ρόλο είχε ο Μητροπολίτης, ο οποίος ήταν και ο Πρόεδρος όλων των διοικητικών οργάνων. Επίσης, γίνεται κατανοητό ότι ο εκάστοτε Μητροπολίτης είναι και ο εκφραστής των εκάστοτε εθνικών, πολιτικών και θρησκευτικών θέσεων, που προβάλλει το Οικουμενικό Πατριαρχείο. Οι θέσεις αυτές δεν γίνονταν πάντοτε αποδεκτές χωρίς διαμαρτυρίες από τους πολίτες. Έτσι, λοιπόν, η κατοχή της θέσης του Προέδρου στα διάφορα σωματεία της Κοινότητας εξασφάλιζε σε μεγάλο βαθμό την επίτευξη των στόχων, που θέτονταν από την κεντρική Εθνική και Θρησκευτική αρχή των Ρωμιών, το Οικουμενικό Πατριαρχείο.
Και από τους τρεις κανονισμούς διαφαίνεται η ιδιαίτερη φροντίδα της Κοινότητας για τις Σχολές της. Και στους τρεις Κανονισμούς γίνεται λόγος για τις Εφορίες των Εκπαιδευτηρίων και τις αρμοδιότητές τους. Επίσης, μεγάλο μέρος των εσόδων της προορίζεται για τη λειτουργία των Σχολών. Όλα αυτά οργανώνονται με βάση τις εγκυκλίους, τις οποίες εξέδωσε το Πατριαρχείο, το οποίο είχε τη γενική ευθύνη, τον έλεγχο και το συντονισμό της παιδείας στις Οθωμανοκρατούμενες περιοχές . Συνεπώς μιλούμε και πάλι για οργανωμένες κινήσεις, τις οποίες ακολουθούν όλες οι Ορθόδοξες Κοινότητες τη συγκεκριμένη περίοδο με σκοπό την αφύπνιση των υπόδουλων ακόμη πληθυσμών και την προαγωγή εθνικών συμφερόντων.
Τέλος, διαπιστώνεται ότι όλα τα Σώματα λογοδοτούν ενώπιον της Δημογεροντίας, η οποία κατέχει την υψηλότερη θέση μεταξύ των Σωμάτων και του Μητροπολίτου, οι οποίοι εκπροσωπούν την Κοινότητα ενώπιον των Συνταγματικών και Αυτοκρατορικών Αρχών.
Με την απελευθέρωση σταδιακά άλλαξε και το σύστημα διοίκησης της Κοινότητας Βεροίας. Αξίζει, όμως, να σημειωθεί ότι η Δημογεροντία σαν Σώμα συνέχισε να υπάρχει και να συνεδριάζει μέχρι και το έτος 1936 , οπότε και η τελευταία μαρτυρία για την ύπαρξή της .


  1. Αθανασίου Παπαζώτου, Η Βέροια και οι Ναοί της, Αθήνα, 1994, σ.σ. 114, 230.
  2. Για το ναό βλ. Αθανασίου Παπαζώτου, Η Βέροια και οι Ναοί της, ο.π., σ.σ. 185-186.
  3. Αθανασίου Παπαζώτου, ο.π., σ.σ. 116-117.
  4. Ο Κομνηνός Καλοκρατάς είναι πολύ πιθανό να κατείχε κάποιο κοσμικό αξίωμα στην Κοινότητα της Βέροιας, αφού ο τίτλος του άρχοντος υποδηλώνει πολιτικό αξίωμα. Δεν είμαστε σε θέση να γνωρίζουμε αν ο Καλοκρατάς διέθετε κάποιο Οφφίκιο, που όπως είναι γνωστό αποδίδονταν από το Οικουμενικό Πατριαρχείο σε πρόσωπα με αναγνωρισμένη αξία, που εργάζονταν με ζήλο και αγάπη, εκτός των άλλων και στη διοίκηση των Ορθοδόξων Κοινοτήτων. Με τη μορφή που παρουσιάζεται στην επιγραφή, κάτι τέτοιο δεν είναι εύκολο να διαπιστωθεί, διότι η λέξη Άρχων δεν ακολουθείται από έναν τίτλο, που να δηλώνει συγκεκριμένο αξίωμα. Συνεπώς, είναι πολύ πιθανόν, δεδομένης της αρχοντικής καταγωγής του από τη Βυζαντινή Οικογένεια των Καλοκρατάδων, ο Καλοκρατάς να ήταν πλούσιος άρχοντας της Βέροιας και ως τέτοιος θα είχε τον ανάλογο ρόλο και στη διοίκηση της Κοινότητας. Για τα οφφίκια του Οικ. Θρόνου βλ. Αριστείδη Πανώτη, «Συνοπτική Εξιστόρηση των αξιωμάτων του Οικουμενικού Θρόνου», http://www.ec-patr.gr/gr/offik/Offikia.htm – 12/2/2010, όπου και βιβλιογραφία.
  5. Για τα αξιώματα και τα όργανα διοίκησης στην Τουρκοκρατία βλ. αναλυτικά Γ. Χ. Χιονίδη, «Πληροφορίες για την Ορθόδοξη Ελληνική Κοινότητα της Βέροιας στα Χρόνια της Τουρκοκρατίας, Νιάουστα, Τ.7, τ. 54, Ιούλιος – Σεπτέμβριος 1991, σ.σ.109-112.
  6. Κ.Ι.Μ.Β.Ν. Πρακτικά Δημογεροντίας Αντιπροσωπείας και Γενικών Συνελεύσεων εν οις και συμβόλαια και διαζύγια 1863-1892, σ.2 και Παύλου Πυρινού «Η Διοίκηση της Ελληνικής κοινότητας Βεροίας βάσει του ανέκδοτου κώδικα, κατά τους χρόνους της Τουρκοκρατίας (1863-1891), Νιάουστα, Τ. Η΄, τ. 64, σ.σ.121-122.
  7. Σε φιρμάνι του 1794 εμφανίζεται ο τίτλος «…οι υποτελείς Δημογέροντες της πόλεως Βεροίας…». Βλ. Γ. Χιονίδη, «Πληροφορίες», ο.π., σ.110.
  8. Η εκλογή θα γινόταν με τον εξής τρόπο: Τέσσερις Δημογέροντες θα εκλέγονταν από τις δεκαέξι ενορίες με την αναλογία ένας Δημογέροντας ανά τέσσερις ενορίες. Οι τέσσερις εκλεγέντες μαζί με τον Αρχιερέα θα εκλέξουν ένα Δημογέροντα από την επιτροπή του Αγίου Αντωνίου. Στους πέντε αυτούς θα προστίθενται και οι, κατά καιρούς, δύο Αζάδες και σε αυτούς ένας ακόμη, που θα εκλέγεται από τα εσνάφια. Βλ. Π. Πυρινου, ο.π., σ. 121.
  9. Σε αντίθεση με τον Κανονισμό του 1892, ο οποίος δεν περιείχε αναφορά στο Σώμα της Δημογεροντίας και τις υποχρεώσεις της, με την αιτιολογία ότι αυτή είναι σώμα που απευθύνεται σε όλη την Επαρχία Βεροίας συμπεριλαμβανομένης και της Νάουσας, παρατηρούμε ότι στον Κανονισμό του 1903 υπάρχει αναφορά στο συγκεκριμένο Σώμα, το οποίο και πάλι απευθύνεται σε ολόκληρη την Επαρχία και παρουσιάζεται ως Δημογεροντία της Ιεράς Μητροπόλεως.
  10. Σύμφωνα με το 2ο άρθρο του κανονισμού του 1903 τα τμήματα (ενορίες) της πόλεως αυξάνονται από τέσσερα σε έξι.
  11. Η λειτουργία των επιτροπών κάθε τμήματος προβλεπόταν από τα άρθρα 17-28 του Κανονισμού.
  12. Από το 1860 κ.ε. ιδρύονται στην Κωνσταντινούπολη σύλλογοι με σκοπό τη διάδοση των γραμμάτων στους Ορθόδοξους λαούς της Ανατολής. Παραδείγματα αποτελούν το «Εκπαιδευτικό φροντιστήριο» και κυρίως ο Φιλολογικός Σύλλογος Κωνσταντινουπόλεως. Το στόχο τους επιτύγχαναν με την ίδρυση νέων σχολείων, την ενίσχυση των παλιών, την ίδρυση βιβλιοθηκών με την ενεργό συμβολή του στη βελτίωση και αύξηση του διδακτικού προσωπικού και των μεθόδων και μέσων της διδασκαλίας. Βλ. Φούκης Χαράλαμπος, Κανονισμός της υπέρ της επαρχίας Φιλιατών της Ηπείρου Φιλεκπαιδευτικής αδελφότητας “Η ΑΓΑΠΗ”, εισήγηση στο 2ο Εκπαιδευτικό Συνέδριο «Γλώσσα, Σκέψη, και Πράξη στην Εκπαίδευση», 19 – 21 Οκτωβρίου 2007, Ιωάννινα.
  13. Γ. Χιονίδη, «Τρεις Κανονισμοί…», ο.π., σ.121.
  14. Ευχαριστίες οφείλονται στο Σεβασμιώτατο Μητροπολίτη Βεροίας και Ναούσης κ. Παντελεήμονα για την άδεια που μου παρείχε να ερευνήσω το αρχείο της Ιεράς Μητροπόλεως, κατά τη συγκέντρωση αρχειακού υλικού για την εκπόνηση διδακτορικής διατριβής και στον Αρχιμ. Αθηναγόρα Μπίρδα, υπεύθυνο του αρχείου της ιεράς Μητροπόλεως.

 

Μοιράσου το άρθρο:

Social Circle

X