Περί ὀργανώσεως καί ὀφφικίων τῆς τοπικῆς ἐκκλησίας Βερροίας

Πορφυρίου Ηγουμένου,

Γιά τήν διάρθρωση τῆς τοπικῆς μας ἐκκλησίας δέν ὑπάρχει εἰδικό ἄρθρο. Οὔτε πάλι σώζεται ἔγγραφο, πού νά ὑπογράφεται ὅλη ἡ σειρά τῶν ὀφφικίων, κάτι πού εὐμοιρεῖ ἡ Θεσσαλονίκη καί οἱ Σέρρες.
Προσπαθῶντας νά συγκεντρώσουμε τά διάσπαρτα, διαχρονικά, στοιχεῖα, μέ ἀφορμή τό ἀφιέρωμα τῶν Χρονικῶν τῆς Ε.Μ.Ι.Π.Η., πού ἀναφέρονται στό θέμα αὐτό, βρίσκουμε τήν ἀρχαιότερη μαρτυρία στόν 11ο αἰώνα. Ὁ ἐπίσκοπος Βερροίας Νικήτας εἶναι συγχρόνως οἰκονόμος τῆς Μητροπόλεως Θεσσαλονίκης. Στήν ἐπιγραφή τοῦ κτιτορικοῦ του ἔργου, τοῦ σημερινῆς παλαιᾶς Μητροπόλεως, ἀναφέρεται μόνο ὡς θυηπόλος, πού ἑρμηνεύεται ἐπίσκοπος. Σέ ἔγγραφο ὅμως τῆς Μονῆς Ἐσφιγμένου Ἁγίου Ὄρους, τοῦ ἔτους 1078, ἡ πλήρης ἀναφορά εἶναι: ὁ θεοφιλέστατος ἐπίσκοπος Βερροίας Νικήτας καί μέγας οἰκονόμος τῆς μητροπόλεως Θεσσαλονίκης.
Βρισκόμαστε ἀκόμα σέ πολύ ὄψιμο χρονικά στάδιο. H Βέροια εἶναι ἡ πρωτόθρονη στήν ἀρχιεπισκοπή Θεσσαλονίκης. Καί ἡ Θεσσαλονίκη ἔχει τήν ὀργάνωση τῆς Μεγάλης Ἐκκλησίας τῆς Κωνσταντινουπόλεως, μέ πλήρη τήν σειρά τῶν ὀφφικίων. Και, φυσικά, τότε τά ὀφφίκια δέν εἶσαν ἁπλά τίτλοι τιμῆς, ἀλλά τό καθένα εἶχε τομέα, τόν ὁποῖο καί ἐπιμελοῦνταν ὁ κληρικός ἤ ὁ λαΙκός, πού εἶχε τό ἀντίστοιχο ὀφφίκιο. Ὁ μέγας οἰκονόμος εἶχε ὡς ἀντικείμενο καί τήν διασφάλιση τῶν ἰδιοκτησιακῶν τίτλων τῆς ἀρχιεπισκοπῆς ἤ μητροπόλεως.
Σέ χφ τοῦ ΙΕ΄. τῆς Μονῆς Βλαττέων Θεσσαλονίκης, ἀναφέρεται: «Τῆ ιβ΄ τοῦ Ἰουλίου μηνός ἐκοιμήθη Ἰωάννης ἱερεύς καί Χαρτοφύλαξ Καμπανίας», πού ἀναφέρεται καί ὡς οἰκονόμος. Μέγα οἰκονόμο εἶχαν, φαίνεται, μόνον οἱ ἀρχιεπισκοπές καί μητροπόλεις, ἐνῶ οἱ ἐπισκοπές, ὅπως ἐδῶ ἡ Καμπανία, εἶχαν μόνον οἰκονόμο. Ὁ χαρτοφύλαξ εἶταν κάτι ἀντίστοιχο μέ τόν ἀρχειοφύλακα, πού συχνά ἔχει καί δικαστικές ἰδιότητες, ἄν καί διαχρονικά ποικίλουν ἐλαφρῶς οἱ ἁρμοδιότητές του, ὅπως, βέβαια, καί ὅλων τῶν ἄλλων.

Ἡ ἑπόμενη σχετική μνεία ἀναφέρεται στόν Βίο τοῦ ὁσίου Ἀντωνίου, τόν γραμμένο ἀπό τόν Κωμανίτζη, ὁ ὁποῖος ἀναφέρεται ὡς σακελλίων τῆς Μητροπόλεως Βερροίας.
Ὁ «μέγας σκευοφύλαξ τῆς ἁγίας μητροπόλεως Βαιρίας» ἀναφέρεται σέ χειρόγραφο 15-16 αἰώνα, ἐνῶ τόν 16 αἰ. ἀναφέρεται ὁ «Δημήτριος πρεσβύτερος ὁ καί δευτερέβων Βερροίας». Ὁ σκευοφύλαξ προφανῶς ἐνδιαφέρεται γιά τά κειμήλια, ἱερά σκεύη κλπ, τῆς μητροπόλεως. Ὁ δευτερεύων ἴσως ἀκολουθεῖ τόν πρωτοπαπᾶ.
Στόν Κώδικα Δ23 Μεγίστης Λαύρας Ἁγ. Ὄρους ὑπογράφει ὁ Γραφεύς ὁ «πρωτοπαπάς τῆς ἁγιωτάτης μητροπόλεως Βερροίας Γεώργιος πρεσβύτερος ὁ Ἱερακᾶς». Τό ὀφφίκιο τοῦ πρωτοπαπᾶ ἔχει σχέση μέ τό ἱερατεῖο τῆς μητροπόλεως, ἐνῶ σήμερα τό κάπως ἀντίστοιχο, ἄνευ ὅμως περιεχομένου ὀφφίκιο τοῦ πρωτοπρεσβυτέρου, ἀναφέρεται στήν ὀργάνωση τῆς ἐνορίας.
Κατά τό 1576 ἀναφέρεται σέ ἐπιγραφή ἀπό τόν κατεδαφισμένο ναό τῆς Ἁγίας Φωτίδας ὁ +Λάμπος ἱερεύς καί πρωτέκδικος Βεροίας. Τό ὀφφίκιο τοῦ πρωτεκδίκου ἀναφέρεται στήν δικαστική ἐξουσία στόν ἐκκλησιαστικό χῶρο.
Τό 1603 ὁ παπαΚωστής ἀναφέρεται ὡς ἱερεύς ψάλλων. Ἡ ἀναφορά τοῦ παπαΚωστῆ εἶναι ἐνδεικτική τοῦ ὅτι ὑπῆρχε ἱερέας, πού πιθανόν να εἶχε ὡς διακόνημα τήν ψαλτική σέ κάποιον ναό μέσα στήν πόλη τῆς Βέροιας. Δέν ἀναφέρεται ὡς ψάλτης, ἀφοῦ ὁ ψάλτης εἶναι κατώτερος βαθμός στήν κλίμακα τῆς ἱερωσύνης, καί ἔχει χειροθεσία, ἐνῶ ὁ ἱερέας ἔλαβε τόν δεύτερο βαθμό. Συνεπῶς, δέν δικαιολογεῖται, ἐνῶ φέρει τόν ἀνώτατο, νά ὑπογράφεται καί νά ἀναφέρεται μέ κατώτερο.
Κατά τό 1726, ἐπί ἀρχιερέως Μακαρίου Βερροίας, καί ἱερατεύοντος τοῦ εὐλαβεστάτου σακελλίου κυρίου κυρ Μανουήλ, ἱερέως, ἀνηγέρθη ὁ ναός τοῦ Ἁγίου Ἀνδρέα, σημερινῆς ἐνορίας Κυριωτίσσης. Ἀναφέρονται δύο σχεδόν ὁμόηχα ὀφφίκια, ὁ ἐπί τοῦ σακελλίου καί ὁ σακελλάριος. Ὑπάρχει καί ὁ σακελλίων. Ἐδῶ ἡ γενική σακελλίου δέν εἶναι εὔκολο νά διαπιστωθεῖ ἀπό ποιά λέξη προέρχεται. Πάντως, ὁ ἐπί τοῦ σακελλίου ἀσχολεῖται μέ τόν γυναικεῖο μοναχισμό καί τά ἀντίστοιχα μοναστικά ἱδρύματα, ἐνῶ ὁ σακελλάριος εἶναι ἀνάλογος μέ τόν οἰκονόμο σέ χαμηλότερη βαθμίδα.

Τό ἔτος 1727, σέ ἐπιγραφή στόν βόρειο τοῖχο ἐξωτερικά στήν Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ, ἀναφέρεται ὅτι ἁγιογραφήθηκε ὁ ναός ἐφημερεύοντος Μητροφάνους ἱερομονάχου καί ἀρχιμανδρίτου. Σήμερα τό ὀφφίκιο τοῦ ἀρχιμανδρίτου τό φέρουν οἱ ἄγαμοι κληρικοί. Ἔχουμε, ὅμως, καί δύο περιπτώσεις, ἑνός διακόνου καί ἑνός μοναχοῦ, χωρίς ἱερωσύνη, πού ἔλαβαν τό ὀφφίκιο αὐτό, ἀφοῦ διευθύνουν μοναστικά ἱδρύματα. Ὁ ἱεροδιάκονος Παῦλος, πρώην Δικαῖος, τῆς Κοινοβιακῆς Σκήτης τοῦ Ἁγίου Ἀνδρέα στίς Καρυές Ἁγίου Ὄρους, εἶχε λάβει τό ὀφφίκιο, ἔφερε σταυρό καί κρατοῦσε ράβδο, ἀπό τόν οἰκουμενικό πατριάρχη. Ὁ μοναχός Μάξιμος στήν Κόρινθο ἔλαβε τό ὀφφίκιο ἀπό τόν Κορίνθου Παντελεήμονα.
Ὁ ἀρχιμανδρίτης, ἀρχηγός, δηλαλδή, μάνδρας=μοναστικοῦ ἱδρύματος, ἦταν ὀφφίκιο τῶν ἡγουμένων, ἀλλά καί πάλι ὄχι ὅλων. Ἡ τάξη αὐτή ἀκολουθεῖται στό οἰκουμενικό πατριαρχεῖο, στίς ἐκκλησίες τῆς Σερβίας καί τῆς Ρωσσίας και, πιθανῶς, σέ ἄλλες. Ἡ ἐκκλησία τῆς Ἑλλάδος δίνει τό ὀφφίκιο σέ ἀγάμους ἤ ἐκ χηρείας κληρικούς.
Τό 1750 ἀναφέρεται Ζωσιμᾶς ἱερόπαις ἐκ Ναούσης. Ἡ συνήθεια νά βοηθοῦν κάποιοι στό ἱερό βῆμα δέν εἶναι νεωτερισμός, ὅπως δείχνει ἡ παροῦσα ἀναφορά.
Τό ἔτος 1775, στίς 10 Σεπτεμβρίου ἐκοιμήθη ὁ Διονύσιος πρωτοσύγκελλος τοῦ μητροπολίτη Βερροίας Δανιήλ. Ὁ πρωτοσύγκελλος εἶναι διοικητικό ὀφφίκιο στήν διάρθρωση τῆς μητροπόλεως.
Τό 1782 ὁ ἐν ἱερομονάχοις Κύριλλος Ναουσαῖος καί ἀρχιμανδρίτης τοῦ Πελαγωνίας, προηγούμενος τῆς Μονῆς Προδρόμου, τότε Βοδενῶν, γράφει τό Οἰκηματάριον ἀριθμ. χφ 1431 τῆς μονῆς Βατοπεδίου Ἁγ. Ὄρους. Ὁ ιδιος τό 1789 γράφει τήν μουσική Ἀνθολογία, ἀριθμ.χφ 810 τῆς Ἐθνικῆς Βιβλιοθήκης Ἀθηνῶν.
Τό ὀφφίκιο τοῦ ἀρχιμανδρίτη δίδεται ἀπό τόν ἐπίσκοπο καί εἶναι δυνατό νά ἀφαιρεθεῖ. Σέ παλαιές ἀναφορές βρίσκουμε ἀνάλογες ἐκφράσεις.
Τό 1899 ἀναφέρονται ὡς συνδρομητές τῆς Νικολάου Παγανᾶ Μουσικῆς Παιδαγωγίας ὁ Ἀναστάσιος Α. Παπαδόπουλος α΄, ψάλτης Ἁγίου Ἀντωνίου καί ὁ Θεμιστοκλῆς Ε. Μπουλασίκης β΄ ψάλτης αὐτόθι και, ἐπίσης, ὁ Θωμᾶς Μπατζάνας, διδάσκαλος ἱεροψάλτης καί ὁ Μιλτιάδης Παπᾶ Νικολάου, ἱεροψάλτης Ἁγίας Τριάδος. Ἀπό τόν χῶρο τῆς ψαλτικῆς.
Στό ἴδιο βιβλίο ἀναφέρεται καί ὁ Οἰκονόμος παπᾶ Νικόλαος ἐκ Λιβαδίου, ἐφημέριος Μεταμορφώσεως.
Τό αὐτό ἔτος 1899, στό Δοξαστάριον Πέτρου τοῦ Πελοποννησίου, ἀναφέρονται ὡς συνδρομητές ὁ Ἀναστάσιος Α. Παπαδόπουλος, ἱεροψάλτης καί πάλι, ὁ Μερκούριος Τζίκας, β΄ κανονάρχης Ἁγίου Ἀντωνίου καί ὁ Μιλτιάδης Τσαμπουρίδης, ἱεροψάλτης. Ὡραία αὐτή ἡ ἀναφορά. Σήμερα, δυστυχῶς, κανονάρχες διακονοῦν μόνο σέ περίπτωση μεγάλης γιορτῆς και, μάλιστα, μόνο ὅταν χοροστατεῖ ἀρχιερέας, ἀναγγέλλουν τόν ἦχο. Σέ ἁγορειτικό μοναστήρι βλέπουμε τό διακόνημα τοῦ κανονάρχη σέ ὅλη του τήν δράση σέ ὥρα Ἀκολουθίας. Δυστυχῶς, στίς ἐνορίες δέν ὑφίσταται. Ὑπάρχει ὁ κατώτερος βαθμός τοῦ ἀναγνώστου, ἀλλά ἐκτελεῖ χρέη ἱερόπαιδος
Σέ ἔντυπο Εὐαγγέλιο τοῦ 1810, πού σήμερα βρίσκεται στήν Κυριώτισσα, ἀναφέρεται «Διά Δαπάνης καί Ἐξόδων τῆς Ἐκκλησίας Γοργοϋπηκὀου Ἐπιμελείᾳ καί συνδρομῆς Σακελλαρίου Νικολάου ᾳωι΄… Ἀρχιθύτου Χρυσάνθου». Στήν τελευταία αὐτήν ἀναφορά ἀναφέρεται ὁ λαμπρός καί εὐεργετικός γιά τήν τοπική ἐκκλησία ἱεράρχης Χρύσανθος, ὡς ἀρχιθύτης=πρῶτος, δηλαδή, θύτης, ἱερέας. Ἡ λέξη «Σακελλάριος» δέν εἶναι ξεκάθαρο ἄν εἶναι ὀφφίκιο η ἁπλῶς ἐπώνυμο.

Ἐν κατακλεῖδι, συνοψίζοντας, βλέπουμε ὅτι:
1. Σήμερα ἄλλαξε τό «περιεχόμενο»τῶν ὀφφικίων. Τά περισσότερα δέν ὑφίσταναι ἤ δίνονται τιμητικά καί σέ πρόσωπα ἐκτός τοῦ ἱερατικοῦ κλήρου.
2. Στήν ἐκκλησία εἰδικότερα τῆς Ἑλλάδος δίνονται, κυρίως, τά οφφίκια ἀρχιμανδρίτης, οἰκονόμος καί πρωτοπρεσβύτερος, ἄνευ οὐσιαστικοῦ περιεχομένου.
3. Μποροῦν νά ξεχωριστοῦν σέ λέξεις, πού συγκεντρώθηκαν σέ τίτλους καί ὀφφίκια ἀνώτερου καί κατώτερου κλήρου.
α. Περί ἀρχιερέων: θυηπόλος, ἀρχιθύτης
β. Διοικητικά: Πρωτοσύγκελλος, Ἀρχιμανδρίτης, Σακελλάριος, Σακελλίου (-ων), Σκευοφύλαξ
γ. Δικαστικά: Πρωτέκδικος, Χαρτοφύλαξ
δ. Σειρά ἱερέων: Πρωτοπαπᾶς, δευτερεύων
ε. Ἐνοριακά: Ἱερεύς, πρεσβύτερος, ἐφημέριος
ς. Μοναστικά: Ἀρχιμανδρίτης, ἡγούμενος, προηγούμενος, ἱερομόναχος
ζ. Ψαλτικά: Ἱεροψάλτης, Α΄& Β΄ψάλτης, ἱερεύς ψάλλων, δομέστικος, κανονάρχης
ζ΄α. Διδάσκαλος ψάλτης
η. Διακονητές στόν ναό: Ἱερόπαις
Μέ τό ἄρθρο αὐτό προσεγγίσαμε ἀκροθιγῶς τό μεγάλο αὐτό κεφάλαιο τῆς ἐσωτερικῆς ὀργανώσεως καί τῶν ὀφφικίων στήν τοπική ἐκκλησία Βεροίας. Ἁπλῶς ἀνοίξαμε τό κεφάλαιο πρός ἔρευνα.

Σημείωση: Γιά τό ἄρθρο αὐτό, χρησιμοποιήσαμε:
Μελέτες καί ἄρθρα μέ σημειώσεις καί ἐπιγραφικό γιά τήν τοπική ἐκκλησία Βεροίας ὑλικό ἀπό βιβλία, ἐκκλησιαστικά σκεύη καί ἐπιγραφές.
Γιώργου Μύαρη, Σημειώσεις γιά τά χειρόγραφα τῆς Ἠμαθίας, Μακεδονικόν Ἡμερολόγιον 1996, σ.193-199


 

Μοιράσου το άρθρο:

Social Circle

X